Παραδίδονται ιδιαίτερα μαθήματα Ακορντεόν
αρμονίου, πιάνου, φλογέρας,
τραγουδιού για νήπια και παιδιά,
θεωρίας της μουσικής,
μουσικής προπαιδείας,
Μορφολογίας και Ιστορίας της μουσικής,
Ειδικού Αρμονίας, Αντίστιξης, Φυγής
Βυζαντινής Μουσικής
με διαφοροποιημένη διδασκαλία
(και μέσω διαδικτύου/online)


Προετοιμασία εισαγωγής σε Μουσικά Σχολεία

Στείλτε το μήνυμα σας στη φόρμα επικοινωνίας




Ludwig van Beethoven - Piano Concerto No. 5 in E-flat major, Op. 73 'Emperor' - Αυτοκρατορικό -


Το 1809, Αυστραλία και Γαλλία βρίσκονται αντιμέτωπες για τέταρτη φορά μέσα σε 18 χρόνια. Στις αρχές Μαΐου, ο στρατός του Ναπολέοντα βρίσκεται ήδη στα περίχωρα της Βιέννης, εξαπολύοντας σφοδρή επίθεση για την κατάληψη της, η οποία τελικά θα επιτευχθεί για δεύτερη φορά (η πρώτη ήταν το 1805). Ο Μπετόβεν περιγράφει τις δύσκολες ώρες για την Αυστριακή πρωτεύουσα "τι ταραγμένη άγρια ζωή γύρω μου, τίποτε άλλο εκτός από τυμπανοκρουσίες, κανόνια στρατιώτες, δυστυχία κάθε είδους". Επιπλέον, η οικονομική κατάσταση του ίδιου έχει επιδεινωθεί λόγω της αύξησης της φορολογίας. Το ετήσιο επίδομα των τεσσάρων χιλιάδων φλορινιών, που τρεις φιλόμουσοι ευγενείς είχαν δεσμευτεί να του προσφέρουν σταθερά ώστε να είναι απερίσπαστα αφοσιωμένος στο δημιουργικό του έργο, αποδεικνύεται στην πράξη ανεπαρκές. Παρόλα αυτά μέχρι το τέλος της χρονιάς ο Μπετόβεν κατορθώνει ανάμεσα σε άλλα έργα να ολοκληρώσει το πέμπτο κοντσέρτο για πιάνο, ένα κοντσέρτο που από άποψη έκτασης, δεξιοτεχνίας και εκφραστικού εύρους, είναι σαφώς μπροστά από την εποχή του.

 

Πρώτη φορά παίχτηκε στις 11 Νοεμβρίου του 1811 στη Λειψία με σολίστα τον Φρήντριχ Σνάιντερ υπό τη διεύθυνση του Γιόχαν Φίλιπ Σουλτς.Το κονσέρτο υμνήθηκε από τον τύπο, ως αναμφίβολα ένα από τα πιο πρωτότυπα σωστά και αποτελεσματικά αλλά συγχρόνως και ένα από τα πιο απαιτητικά κοντσέρτα που υπάρχουν.

 

Το προσωνύμιο "αυτοκρατορικό" που συχνά συνοδεύει το πέμπτο κοντσέρτο δεν προέρχεται από το συνθέτη. Ποικίλουν οι απόψεις χωρίς καμία να έχει επιβεβαιωθεί. Ο Γάλλος αξιωματικός που βρέθηκε στην πρεμιέρα του έργου φέρεται να αναφώνησε σε κάποιο σημείο "είναι ο Αυτοκράτορας" ενώ άλλοι θεωρούν πως ο πιανίστας και συνθέτης  Γιόχαν Μπάπτιστ Κράμερ το χαρακτήρισε  ως "ο Αυτοκράτορας ανάμεσα στα κοντσέρτα".

 

Το πρώτο μέρος είναι το μεγαλύτερο σε διάρκεια μέρος κοντσέρτου που είχε γραφτεί μέχρι τότε. Ο Μπετόβεν ούτε ακολουθεί το σύνηθες δομικό πρότυπο μίας εκτενούς ορχηστρικής εισαγωγής, ούτε όμως επαναλαμβάνει την καινοτομία του προηγούμενου κοντσέρτου του για πιάνο, που ανοίγει με μία σύντομη εισαγωγή του σολιστικού οργάνου. Εν προκειμένω η αρχή γίνεται με τον πιανίστα να εκτυλίσσει τρία αλλεπάλληλα σολιστικά και εξαιρετικά πληθωρικά περάσματα, που το καθένα "εκπορεύεται" από μία ηχηρή συγχορδία της ορχήστρας στην τονική, στην υποδεσπόζουσα και στη δεσπόζουσα αντιστοίχως.

 

Από εκεί και ύστερα, η ορχήστρα αναλαμβάνει να παρουσιάσει τα βασικά θέματα του πρώτου μέρους, που στη συνέχεια επεκτείνονται και αναπτύσσονται λαμβάνοντας και μία δεξιοτεχνική διάσταση, χάρη στην αμείωτα κυρίαρχη παρουσία του πιάνου.

 

Η λειτουργική, οργανική σημασία των τριών αρχικών περασμάτων αποδεικνύεται από το παράδοξο γεγονός ότι αυτά επανέρχονται, ακόμα πιο δυναμικά, στην αρχή της επανέκθεσης. Στο σημείο που ο σολίστας της εποχής θα αυτοσχεδιάζει μία καντέντσα, ο συνθέτης εκπλήσσει δίνοντας την ακόλουθη οδηγία "ατάκα το επόμενο" και γράφει ο ίδιος μία σύντομη καντέντσα, εξαλείφοντας για πρώτη φορά κάθε περιθώριο αυτοσχεδιασμού.

 

Η στομφώδης ατμόσφαιρα αλλάζει ριζικά στο αργό μέρος. Στο αρχικό, λυρικό χορικό των εγχόρδων, τα οποία παίζουν με σουρντίνα, απαντά το πιάνο με αιθέρια τρίηχα κατιούσας πορείας και με μία ζεστή, αισθαντική μελωδία. Το χορικό επιδέχεται στην πορεία δύο παραλλαγών, μίας από το πιάνο και μίας από την ορχήστρα, που συνοδεύεται διακριτικά από το πιάνο.  Καθώς όλα δείχνουν πως η μουσική οδηγείται με τον πιο γαλήνιο τρόπο σε οριστική κατάληξη στη σι μείζονα, ένα απροσδόκητο σι ύφεση ακολουθείται από το διστακτικό ψιθύρισμα συγχορδιών στο πιάνο. Αυτές οι συγχορδίες στο τρίτο μέρος, που ακολουθεί χωρίς διακοπή, μεταμορφώνονται σε ένα ρωμαλέο θέμα, το οποίο παρουσιάζει αρχικά ο σολίστας, με μόνη συνοδεία μία κρατημένη νότα των κόρνων.  Από εκεί και μετά ένα λαμπερό ροντό εξελίσσεται, με το μεσαίο του επεισόδιο να γίνεται αντικείμενο επεξεργασίας σε αλλεπάλληλες διαφορετικές μακρινές τονικότητες πριν την θριαμβευτική επιστροφή στην κύρια τονικότητα της μι ύφεση μείζονας. Στην  coda, το πιάνο συνομιλεί με το τύμπανο, επιβραδύνοντας σταδιακά, πριν από ένα ξαφνικό και καταιγιστικό τελευταίο πέρασμα.






Δεν υπάρχουν σχόλια: