Παραδίδονται ιδιαίτερα μαθήματα Ακορντεόν
αρμονίου, πιάνου, φλογέρας,
τραγουδιού για νήπια και παιδιά,
θεωρίας της μουσικής,
μουσικής προπαιδείας,
Μορφολογίας και Ιστορίας της μουσικής,
Ειδικού Αρμονίας, Αντίστιξης, Φυγής
Βυζαντινής Μουσικής
με διαφοροποιημένη διδασκαλία
(και μέσω διαδικτύου/online)


Προετοιμασία εισαγωγής σε Μουσικά Σχολεία

Στείλτε το μήνυμα σας στη φόρμα επικοινωνίας




Gustav Mahler: Symphony No. 1 "The Titan"


Καμία συμφωνία δεν τον απασχόλησε τόσο πολύ από τα πρώτα σχεδιάσματα το 1884  μέχρι την οριστικοποίηση της μορφής της το 1899.

Υπηρετώντας ως αρχιμουσικός της όπερας του Κάσελ στα 1884  ο Μάλερ βίωσε έναν αποτυχημένο έρωτα για τη σοπράνο Γιοχάννα Ρίχτερ, που στάθηκε η αφορμή για τη σύνθεση του πρώτου του φωνητικού κύκλου με τίτλο " Τα Τραγούδια του Οδοιπόρου", θέματα  που χρησιμοποιήθηκαν και στην Πρώτη Συμφωνία. Μια άλλη ερωτική περιπέτεια το 1886, αυτή τη φορά με την Μάριον Ματθίλδη φον Βέμπερ (σύζυγο εγγονού του συνθέτη Καρλ Μαρία φον Βέμπερ) φαίνεται ότι αναζωπύρωσε την δημιουργία της συμφωνίας, της οποίας το μεγαλύτερο μέρος γράφτηκε τελικά τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1888.
Στις 20 Νοεμβρίου στη Βασιλική Όπερα της Βουδαπέστης διηύθυνε ο ίδιος την πρώτη εκτέλεση του συμφωνικού έργου, που τότε αποκαλούσε "συμφωνικό ποίημα σε δύο ενότητες" που συνολικά περιείχε πέντε μέρη. Κοινό και κριτικοί αντιμετώπισαν με σκεπτικισμό το έργο. Έτσι στις δύο επόμενες παρουσιάσεις του έργου ο Μάλερ αποφάσισε να δώσει περιγραφικούς τίτλους σε καθένα από τα πέντε μέρη και το γενικό προσωνύμιο "Τιτάν" που παραπέμπει στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ζαν Πωλ (Πάουλ Φρήντιχ Ρίχτερ). Τελικά όμως ο Μάλερ συνειδητοποίησε πως καμία αλλαγή δε θα μπορούσε να εκφράσει την ουσία της μουσικής του έτσι το 1896 στο Βερολίνο το έργο παρουσιάστηκε ως "Συμφωνία σε ρε μείζονα" και αυτή τη φορά με τέσσερα μέρη αντί για πέντε, αφού ο συνθέτης αφαίρεσε οριστικά το μέρος με τίτλο Blumine.

Ένα διάχυτο κρατημένο λα σε διαφορετικά τονικά ύψη δημιουργεί στα πρώτα μέτρα της συμφωνίας μία αίσθηση ακινησίας. Σαν ένα αργό ξύπνημα της φύσης, μικρά και διάσπαρτα μοτιβικά στοιχεία, όπως μακρινές φανφάρες από τρομπέτες ή η χαρακτηριστική μίμηση του κούκου από τα κλαρινέτα (διάστημα κατιούσας τέταρτης), αποκτούν σταδιακά σάρκα και οστά  οδηγώντας στο λυρικό θέμα που εκθέτουν τα βιολοντσέλα. Το θέμα αυτό προέρχεται από το δεύτερο από τα τραγούδια του Οδοιπόρου με τίτλο "το πρωί περπάτησα στο λιβάδι", το οποίο αναφέρεται σε ένα μοναχικό οδοιπορικό ενός νέου μία λαμπρή ανοιξιάτικη μέρα, με σκοπό να γιατρέψει τις πληγές του απο έναν ανεκπλήρωτο έρωτα κοντά στη φύση. Οι ομοιότητες μίας τέτοιας εικόνας με την ατμόσφαιρα του πρώτου μέρους της συμφωνίας είναι κάτι παραπάνω από έντονες.
Ακολουθεί ένα σύντομο, χορευτικό σκέρτσο βασιζόμενο στο λάιντλερ, ένα παραδοσιακό τρίσημο αυστριακό χορό. Εδώ ο Μάλερ παραλλάσσει το υλικό του παλιότερου τραγουδιού του, Χανς και Γκρέτε, του 1880. Το ενδιάμεσο τρίο αξιοποιεί τον ζεστό ήχο των βιολιών σε ένα πολύ διαφορετικού χαρακτήρα λαίντλερ, πιο νοσταλγικού, ανάλαφρου και εύθραυστου.






Το τρίτο μέρος ήταν αυτό που κυρίως ξένισε τους ακροατές της πρεμιέρας της συμφωνίας. Πρόκειται για ένα πένθιμο εμβατήριο, στο οποίο μεταξύ άλλων παρατίθενται με γκροτέσκο τρόπο: ένα τμήμα από το γνωστό μας Frere Jacques στο σόλο κοντραμπάσο αλλά σε ελάσσονα τονικότητα, μουσική από μπάντες ( στα όμποε και στις τρομπέτες), καθώς και θέματα από το τελευταίο από τα Τραγούδια του Οδοιπόρου (τα δύο γαλάζια μάτια). Όλα τα ανωτέρω συνθέτουν μία σκοτεινή, αλλόκοτη παρωδία του θανάτου, εμπνευσμένη σύμφωνα με τον συνθέτη από μία διάσημη ξυλογραφία του Αυστριακού ζωγράφου Μόριτς φον Σβιντ. Στην ξυλογραφία, που έχει τίτλο "Η νεκρική πομπή του κυνηγού" εικονίζονται διάφορα ζώα (γάτες, λαγοί, ελάφια, ζαρκάδια, αλεπούδες, και πτηνά) να συνοδεύουν με ένα λάβαρο και παίζοντας μουσική το φέρετρο ενός κυνηγού. Μόνη παρηγοριά από αυτή τη μακάβρια ατμόσφαιρα προσφέρουν για μία γλυκιά τα βιολιά που παίζουν με σουρντίνα μία γλυκιά μελωδία από τα Τραγούδια του Οδοιπόρου.

Χωρίς διακοπή το φινάλε ανοίγει με ένα ηχηρό ξέσπασμα"σαν την αστραπή από ένα σκοτεινό σύννεφο ". - Είναι απλά η κραυγή μία πληγωμένης ψυχής - εξηγεί ο Μάλερ. Το εκτενές αυτό μέρος εκφράζει τον διακαή πόθο για τη λύτρωση και το θρίαμβο. Μετά από πολλές σελίδες υψηλής δραματικότητας και συναισθηματικής φόρτισης η τονικότητα της ρε μείζονας επανέρχεται απότομα σε μία δυναμική κορύφωση.  Ωστόσο, σαν ο θρίαμβος να μην έχει "κερδηθεί" όπως πρέπει, απαιτείται η εκ νέου επιστροφή της αρχικής στοχαστικής ατμόσφαιρας του πρώτου μέρους, για να δώσει ένα πιο αποφασιστικό έναυσμα προς την τελική και αμετάκλητη επικράτηση των πλέον θριαμβικών τόνων με τα ηχηρά κόρνα να πρωτοστατούν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: