Παραδίδονται ιδιαίτερα μαθήματα Ακορντεόν
αρμονίου, πιάνου, φλογέρας,
τραγουδιού για νήπια και παιδιά,
θεωρίας της μουσικής,
μουσικής προπαιδείας,
Μορφολογίας και Ιστορίας της μουσικής,
Ειδικού Αρμονίας, Αντίστιξης, Φυγής
Βυζαντινής Μουσικής
με διαφοροποιημένη διδασκαλία
(και μέσω διαδικτύου/online)


Προετοιμασία εισαγωγής σε Μουσικά Σχολεία

Στείλτε το μήνυμα σας στη φόρμα επικοινωνίας




13 Place Montmartre- Jean Corti .wmv







Είναι απο τους αγαπημένους μου. Με την γλυκιά μουσική τους σας καλημερίζω και σας αφήνω να υποδεχθείτε και τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδας.

Yann-Fanch Perroches, Mairtin O'Connor, Jean Corti, Hélène Brunet



Ο Yann Fanch Perroches είναι ένας μοναδικός ακορντεονίστας. Στην ιστοσελίδα του γράφει "πως ενώ η μουσική του είναι βαθιά ριζωμένη, τρέφεται απο όλες τις πηγές" ανακαλύψτε τον.http://www.perroches.com/

Ο Máirtín O'Connor είναι ένας από τους πιο σεβαστούς και πιο αγαπητούς μουσικούς της Ιρλανδίας.
http://www.mairtinoconnorband.com/

Ο Jean Corti είναι Ιταλός ακορντεονίστας αλλά παγκόσμια γνωστός για το ανάλαφρο στύλ του παιξίματος του. Jean-Corti

Μίκης Θεοδωράκης


 

Ο Μίκης Θεοδωράκης, Κρητικός στην καταγωγή, γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου 1925 στη Χίο.
Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε σε διάφορες πόλεις της ελληνικής επαρχίας όπως στη Μυτιλήνη, Γιάννενα, Κεφαλλονιά, Πύργο, Πάτρα και κυρίως στην Τρίπολη.
Από τότε φάνηκε καθαρά, ότι η ζωή του θα μοιραζόταν ανάμεσα στη μουσική και στον αγώνα για τον ΄Ανθρωπο.
Στην Τρίπολη, μόλις17 ετών, δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του Κασσιανή και παίρνει μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών. Στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς και βασανίζεται.
Διαφεύγει στην Αθήνα, όπου οργανώνεται στο ΕΑΜ και αγωνίζεται κατά των Γερμανών κατακτητών. Συγχρόνως σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη. Μετά την απελευθέρωση ξεσπά ο εμφύλιος.
Ο Θεοδωράκης λόγω των προοδευτικών του ιδεών καταδιώκεται από τις αστυνομικές αρχές. Για ένα διάστημα ζει παράνομος στην Αθήνα χωρίς να σταματήσει την επαναστατική του δράση. Τελικά συλλαμβάνεται και στέλνεται εξορία στην αρχή στην Ικαρία και στη συνέχεια στο επονομαζόμενο στρατόπεδο θανάτου, τη Μακρόνησο. Τελικά αποφοιτά από το Ωδείο το 1950 με δίπλωμα στην αρμονία, αντίστιξη και φούγκα.

Το 1954 πηγαίνει με υποτροφία στο Παρίσι, όπου εγγράφεται στο Conservatoire και σπουδάζει μουσική ανάλυση με τον Olivier Messiaen και διεύθυνση ορχήστρας με τον Eugène Bigot.

Η περίοδος 1954-1960 είναι μια εποχή έντονης δραστηριότητας για τον Θεοδωράκη στο χώρο της Ευρωπαϊκής μουσικής. Συνθέτει μουσική για το μπαλλέτο της Ludmila Tcherina, το Covent Garden, Stuttgart Ballet και επίσης για τον κινηματογράφο.

Το 1957 του απονέμεται το πρώτο βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας από τον Schostakovitch για το έργο του, Suite No 1 για πιάνο και ορχήστρα.
Συγχρόνως συνθέτει πολλά έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου.

Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα. ΄Έχει ήδη μελοποιήσει τον Επιτάφιο του Γιάννη Ρίτσου, που σηματοδοτεί την "στροφή" του προς το λαϊκό τραγούδι. Συνθέτει δεκάδες κύκλους τραγουδιών που βρίσκουν βαθύτατη απήχηση μέσα στον ελληνικό λαό. Ιδρύει την Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες σ΄ όλη την Ελλάδα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τα αριστουργήματα της συμφωνικής μουσικής.
Το 1963 μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ιδρύεται η "Νεολαία Λαμπράκη", της οποίας εκλέγεται Πρόεδρος. Την ίδια εποχή εκλέγεται Βουλευτής της ΕΔΑ.
Την 21η Απριλίου του 1967 περνά στην παρανομία και απευθύνει την πρώτη έκκληση για Αντίσταση κατά της Δικτατορίας στις 23 Απριλίου. Τον Μάιο του 1967 ιδρύει μαζί με άλλους την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση κατά της Δικτατορίας, το ΠΑΜ και εκλέγεται πρόεδρός του.
Συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967. Μπουμπουλίνας, απομόνωση, φυλακές Αβέρωφ, η μεγάλη απεργία πείνας, νοσοκομείο, αποφυλάκιση και κατ΄οίκον περιορισμός, εκτόπιση με την οικογένεια στη Ζάτουνα Αρκαδίας, στρατόπεδο Ωρωπού. ΄Ολο αυτό το διάστημα συνθέτει συνεχώς. Πολλές από τα καινούρια έργα κατορθώνει με διάφορους τρόπους να τα στέλνει στο εξωτερικό, όπου τραγουδιούνται από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη.
Στον Ωρωπό η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται επικίνδυνα. Στο εξωτερικό ξεσηκώνεται θύελλα διαμαρτυριών. Προσωπικότητες, όπως ο Δημήτρης Σοστάκοβιτς, Arthur Miller, Laurence Olivier, Yves Montand κ.λ.π. δημιουργούν επιτροπές για την απελευθέρωσή του. Τελικά υπό την πίεση αυτή αποφυλακίζεται και βρίσκεται στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1970.
Στο εξωτερικό αφιερώνει όλο το χρόνο του σε περιοδείες σ` όλο τον κόσμο με συναυλίες, συναντήσεις με αρχηγούς κρατών και προσωπικότητες, συνεντεύξεις, δηλώσεις για την πτώση της δικτατορίας και την επαναφορά της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Οι συναυλίες του γίνονται βήμα διαμαρτυρίας και διεκδίκησης και για τους άλλους λαούς που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα: Ισπανούς, Πορτογάλους, Ιρανούς, Κούρδους, Τούρκους, Χιλιανούς, Παλαιστίνιους.
Γιατί πεποίθησή του ήταν πάντα, ότι η δημοκρατία και η ελευθερία είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την εδραίωση της ειρήνης. Γιατί ο πόλεμος αποφεύγεται μόνο από ανθρώπους ελεύθερους, που μπορούν να ρυθμίσουν οι ίδιοι τις τύχες τους.
Το 1972 επισκέπτεται το Ισραήλ δίνοντας συναυλίες. Συναντάται με τον τότε Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Αλόν, που του ζητά να μεταφέρει μήνυμα στον Αραφάτ. Πραγματικά αμέσως μετά συναντάται με τον Αραφάτ, στον οποίο επιδίδει το μήνυμα της Ισραηλινής Κυβέρνησης και προσπαθεί να τον πείσει να αρχίσει συζητήσεις με την άλλη πλευρά. Από τότε συνέβη πολλές φορές να παίξει τον ρόλο του άτυπου πρεσβευτή μεταξύ των δύο πλευρών. Είναι χαρακτηριστικό, ότι το 1994 γιορτάσθηκε πανηγυρικά στο ΄Οσλο η υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων παρουσία των Πέρες και Αραφάτ με την παρουσίαση του Μαουτχάουζεν που στο μεταξύ έχει γίνει "εθνικό τραγούδι" του Ισραήλ και του Ύμνου για την Παλαιστίνη που έγραψε ο Θεοδωράκης, ως αναγνώριση και της δικής του συμβολής στην υπόθεση της ειρήνης στην περιοχή αυτή. Επισκέπτεται επίσης την Αλγερία, Αίγυπτο, Τύνιδα, Λίβανο και Συρία προσπαθώντας να ενισχύσει τον διάλογο μεταξύ αντιμαχομένων πλευρών.
Το 1974 με την πτώση της Δικτατορίας γυρίζει στην Ελλάδα. Συνθέτει πάντα μουσική. Δίνει πολλές συναυλίες τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Παράλληλα συμμετέχει στα κοινά είτε ως απλός πολίτης, είτε ως βουλευτής [1981-86 (παραίτηση) και 1989-92 (παραίτηση)] είτε ως Υπουργός Επικρατείας [1990-92 (παραίτηση)].
Το 1976 ιδρύει το Κίνημα ¨Πολιτισμός της Ειρήνης¨ και δίνει διαλέξεις και συναυλίες σ΄ όλη την Ελλάδα.
Το 1983 του απονέμεται το βραβείο Λένιν για την Ειρήνη.
Το 1986 γίνεται πραγματικότητα κάτι που από το 1970 ακόμα έχει υποστηρίξει σε συνεντεύξεις του: η δημιουργία επιτροπών ελληνοτουρκικής φιλίας στην Ελλάδα με πρόεδρο τον ίδιο και στην Τουρκία με τη συμμετοχή γνωστών πνευματικών ανθρώπων όπως ο Αζίζ Νεσίν, ο Γιασέρ Κεμάλ και ο Ζυλφύ Λιβανελί.
Ο Θεοδωράκης δίνει πολλές συναυλίες στην Τουρκία, που τις παρακολουθούν κυρίως νέοι με συνθήματα υπέρ της φιλίας μεταξύ των δύο λαών.
Αργότερα παίζει και πάλι το ρόλο του άτυπου πρεσβευτή ειρήνης, μεταφέροντας μηνύματα των ελλήνων πρωθυπουργών, του Α. Παπανδρέου και του Κ. Μητσοτάκη προς την τουρκική κυβέρνηση. Επίσης το 1986 (μετά την καταστροφή στο Τσερνομπίλ) πραγματοποιεί μεγάλη περιοδεία με συναυλίες σ΄ όλη την Ευρώπη κατά της ατομικής ενέργειας.
Παράλληλα αγωνίζεται και για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε άλλες χώρες και κυρίως στις γειτονικές Αλβανία (που την επισκέπτεται και ως Υπουργός για τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας) και Τουρκία. Ως πρόεδρος Διεθνούς Επιτροπής στο Παρίσι καταβάλλει προσπάθειες για την απελευθέρωση των τούρκων ηγετών της αντιπολίτευσης Κουτλού και Σαργκίν που τελικά επιτυγχάνουν.
Προτείνει τη διοργάνωση Πανευρωπαϊκού Συνεδρίου Ειρήνης στους Δελφούς και υποβάλλει στην κυβέρνηση σχέδιο για μια "Ολυμπιάδα του Πνεύματος".
Ιδρύει επιτροπή συμπαράστασης και βοήθειας προς τον Κουρδικό λαό.
Το 1993 αναλαμβάνει Γενικός Διευθυντής Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ, όμως παραιτείται τον επόμενο χρόνο.
Σε περιοδεία του στην Αμερική και τον Καναδά το 1994 για την ενίσχυση Πολιτιστικού κέντρου των ομογενών, η Σύγκλητος του Québec υποδέχεται με ομόφωνο ψήφισμά της, με το οποίο τον τιμά για την προσφορά του στον πολιτισμό και τους αγώνες του για τον ΄Ανθρωπο.
Τα επόμενα χρόνια παρουσιάζονται οι όπερές του "Ηλέκτρα" (1995) και "Αντιγόνη" (1999) ενώ παράλληλα αναπτύσσει μεγάλη δραστηριότητα στο εξωτερικό (Ευρώπη, Νότια Αφρική, Αμερική) και παίρνει δυναμικά θέση σε όλα τα σημαντικά γεγονότα της εποχής (ελληνοτουρκική φιλία, σεισμοί, βομβαρδισμοί στην Γιουγκοσλαβία, υπόθεση Οτσαλάν, πόλεμος στο Αφγανιστάν, πόλεμος στο Ιράκ κ.λπ.).
Το 2000 είναι υποψήφιος για το Νόμπελ Ειρήνης. Σύσσωμη η πολιτική και η πνευματική ηγεσία Ελλάδας και Κύπρου στηρίζει την υποψηφιότητα, ενώ στη Νορβηγία, στα γραφεία της Επιτροπής για το Νόμπελ φθάνουν συνεχώς επιστολές από όλα τα μέρη του κόσμου από προσωπικότητες, φορείς και απλούς ανθρώπους.
Το 2002 παρουσιάζεται η όπερά του "Λυσιστράτη", ένας αληθινός ύμνος στην Ειρήνη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε όλα τα είδη της μουσικής: όπερες, συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, ορατόρια, μπαλλέτα, χορωδιακή εκκλησιαστική μουσική, μουσική για αρχαίο δράμα, για θέατρο, για κινηματογράφο, έντεχνο λαϊκό τραγούδι, μετασυμφωνικά έργα.
Επίσης έχει γράψει πολλά βιβλία, που έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες.

ΜΙΚΗΣ
Theme from Serpico
Carnaval - Suite Ballet - Danse des hommes
the feast of assi-gonia
Οι χαρταετοί

και ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο για τη μελοποίηση ποιητικών έργων απο τον ίδιο  www.mikis-crete.gr
πηγή:http://www.mikistheodorakisorchestra.gr

Nusrat Fateh Ali Khan Live: Allah Hoo (1993)




Ο Γιάννης, ένας πολύ καλός φίλος του ακορντεόν, με ρώτησε τι ακορντεόν είναι αυτό που βλέπουμε στο βίντεο. Ίσως προς έκπληξή σας, σας ενημερώνω πως αυτό δεν είναι ακορντεόν. Είναι αρμόνιο το οποίο εξελίχθηκε τον 20ο αιώνα σε αυτή τη μορφή στην Ινδία. Όλα σχεδόν τα σπίτια έχουν ένα αρμόνιο τέτοιου είδους.
Επίσης ο Nusrat Fateh Ali Khan ήταν Πακιστανός μουσικός. Μία απο τις πιο σπουδαίες φωνές που ηχογραφήθηκαν ποτέ.

Νέα - Παραστάσεις - Έκθεση

Μπελα Μπάρτοκ


 (1881-1945)


Είναι ίσως ο μεγαλύτερος εθνικός συνθέτης που έχει εμφανιστεί και ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες που χρησιμοποίησε τις τονικές φόρμες και το λαϊκό και παραδοσιακό υλικό σε πείσμα των μοντέρνων τεχνικών σύνθεσης όπως ο δωδεκαφθογγισμός και των παράλληλων ρευμάτων του όπως ο νεοκλασσικισμός. Ο συνθέτης μελετησε σε βάθος την λαϊκή μουσική της πατρίδας του, της Ουγγαρίας, αλλά και των γειτονικών λαών της Ανατολικής Ευρώπης, σε όσο το δυνατόν πιο "γνήσια" μορφή. Τον ενδιέφεραν επίσης, εκτός από την παραδοσιακή μουσική καθαυτή, και οι κοινωνικές-πολιτισμικές διαδικασίες που οδήγησαν στην δημιουργία της.Μελετώντας σε βάθος και χρησιμοποιώντας μαζί με αυτές τις παραδοσιακές μουσικές και διάφορες μοντέρνες αλλά και κλασικές μορφές επεξεργασίας του υλικού του, δημιούργησε τελικά μία μουσική με χαρακτηριστικό προφίλ και άκουσμα.
ΣΤΥΛ
Μπέλα Μπάρτοκ (1881-1945) : Η προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν τα λαϊκά μοτίβα σε γνήσια μορφή δεν απέτρεψε την έντεχνη επεξεργασία των ρυθμικών στοιχείων - με τρόπο ίσως πιο σύνθετο από αυτόν της δυτικής μουσικής - και των αρμονικών στοιχείων που φανερώνουν σημαντικό επηρεασμό από μεγάλη γκάμα δυτικών συνθετών (παράδειγμα είναι ο Ντεμπισσύ). Ένα μεγάλο μέρος της μουσικής του είναι από τη φύση του "ετεροφωνικό", δηλαδή ταυτόχρονη εμφάνιση μίας μελωδίας σε πολλές παρόμοιες ή μη μορφές που παρουσιάζουν επίσης παρόμοια ρυθμικά και αρμονικά στοιχεία. Γενικά το στυλ του έχει ωφεληθεί αρκετά από καινοτομίες άλλων συνθετών που αφομοιώθηκαν στη μουσική του, χωρίς όμως να χαθεί καθόλου το "παραδοσιακό πνεύμα" που αυτή περιέχει.
ΕΡΓΟ
Μπέλα Μπάρτοκ (1881-1945) : Αρκετά μεγάλο και σημαντικό το έργο του - Θέατρο : Μία όπερα (ο Πύργος του Κυανοπώγωνα), 2 μπαλέτα (Ο Ξύλινος Πρίγκηπας και ο Θαυμαστός Μανδαρίνος). Φωνητική μουσική : Κοσμική καντάτα, πολλές μεταγραφές από διάφορα δημοτικά τραγούδια και μελωδίες. Για ορχήστρα : 2 σουίτες, ντιβερτιμέντο, 5 κοντσέρτα για διάφορα όργανα (κοντσέρτο για δύο πιάνα και κρουστά, κοντσέρτο για βιολιά, κοντσέρτο για ορχήστρα κλπ.). Πιάνο : Μπαγκατέλες, 8 Ρουμάνικοι χοροί, Allegro barbaro, Σονάτα, Σουίτα, "Μικρόκοσμος". Μουσική δωματίου : 6 κουαρτέτα εγχόρδων, "Αντιθέσεις" για βιολί, κλαρινέτο και πιάνο, 44 ντούο για 2 βιολιά, 2 σονάτες για βιολί και πιάνο.
Η ιστορία της μουσικής μπορεί να μην αποτίμησε το Μπέλα Μπάρτοκ ως έναν από τους «αβαντγκαρντιστές» του 20ού αιώνα, αναμφίβολα όμως, ανάμεσα στην εργογραφία της τελευταίας περιόδου του μεγάλου Ούγγρου συνθέτη, υπάρχουν έργα που και ως «ανυπέρβλητα αριστουργήματα» έχουν χαιρετιστεί από διαπρεπείς μουσικολόγους, έγκριτους μουσικοκριτικούς όσο και άλλους μεγάλους συνθέτες, και καινοτομίες οι οποίες άνοιξαν το δρόμο στις επόμενες γενιές συνθετών του 20ού αιώνα έφεραν. Σε γενικές γραμμές η μουσική του πολύ μεγάλου αυτού συνθέτη αποτιμήθηκε ως πολυποίκιλη τόσο αισθητικά και στιλιστικά όσο  ως προς τα είδη σύνθεσης με τα οποία ασχολήθηκε, και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, καθώς ο Μπάρτοκ έζησε δύο Παγκόσμιους Πολέμους και τις επιδράσεις που αυτοί επέφεραν στην τέχνη,  ενώ προέρχονταν και από μια χώρα με πολύ πλούσια και έντονη παραδοσιακή μουσική της οποίας κληρονομικά βιώματα και επιδράσεις  σίγουρα έφερε μέσα του, ενώ δεν πρέπει να υποτιμηθεί το γεγονός ότι ήρθε  σε στενή επαφή σχεδόν με όλους τους συνομίληκους μεγάλους πρωτοπόρους συνθέτες, γεγονός που σίγουρα δεν τον άφησε ανεπηρέαστο.
πηγές: ΠΕΕΜΔΕ, http://www.artissimo.gr

Συμπληρωματικά στοιχεία...
Ο Μπέλα Μπάρτοκ υπήρξε πραγματικός ανανεωτής στο επίπεδο της πολυτονικότητας, των μουσικών ρυθμών και της ενορχήστρωσης, πεδία που δεν σταματά να τροφοδοτεί με τη δύναμη των μουσικών θεμάτων του και με το όραμά του για μια ανθρωπότητα αδερφωμένη - όραμα που μετατρέπει σε μουσική, το όραμα του Μπετόβεν και του Σίλερ. Τα τελευταία του αριστουργήματα (το 6ο κουαρτέτο εγχόρδων, το Κοντσέρτο για βιόλα, η Σονάτα για βιολί, το Κοντσέρτο για ορχήστρα) τον βρίσκουν φτωχό, άρρωστο, εξόριστο στην Αμερική.

Αντιναζιστής ώς την τελευταία του πνοή, θα προφέρει «και είχα τόσα πολλά να πω ακόμα» και θα φύγει για πάντα, πιο ζωντανός παρά ποτέ, ένα από τα φωτεινότερα πνεύματά του 20ού αιώνα.
Τελευταία περίοδος στην Ευρώπη, μετάβαση στις ΗΠΑ
Το 1934, εν τω μεταξύ, έλαβε τη θέση του εθνομουσικολόγου στην Ακαδημία Επιστημών της Βουδαπέστης. Άρχισε να δίνει συναυλίες και στο εξωτερικό (εκτός της (ναζιστικής) Γερμανίας, η οποία του είχε αρνηθεί την είσοδο στη χώρα) και το ίδιο έτος πραγματοποίησε ταξίδι στην Τουρκία για να συλλέξει λαϊκά τραγούδια. Το 1937 άρχισε να ανησυχεί για τη ναζιστική εξάπλωση στην Ευρώπη. Άρχισε να στέλνει τις παρτιτούρες του στο εξωτερικό, αρχικά στην Ελβετία και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη. Η ανησυχία του εντάθηκε ύστερα από την προσάρτηση της Τσεχοσλοβακίας και της Αυστρίας το 1938 και σκεπτόταν σοβαρά να εγκαταλείψει τη χώρα. Αυτό που τον κρατούσε ήταν η υπερήλικη και άρρωστη μητέρα του. Όταν, όμως, το 1939 η Πάουλα Μπάρτοκ απεβίωσε, άρχισε να προετοιμάζει επισταμένα την αναχώρησή του. Eπισκέφθηκε τις ΗΠΑ στα τέλη του 1939 για περιοδεία με συναυλίες. Μια από αυτές περιλάμβανε τη σύνθεσή του "Κοντσέρτο για βιολί και κλαρινέτο", την οποία εκτέλεσε στο Κάρνεγκι Χολ με σολίστ στο κλαρινέτο τον Μπένι Γκούντμαν. Επέστρεψε στη Βουδαπέστη τον Απρίλιο (ή το Μάιο) του 1940. Στις 8 Οκτωβρίου 1940 έδωσε την τελευταία του συναυλία στη Βουδαπέστη. Αναχώρησε για τις ΗΠΑ τον ίδιο μήνα, προκειμένου να εγκατασταθεί μόνιμα. Στο Δημαρχείο της Ουάσιγκτον δίνεται, στις 3 Νοεμβρίου 1940, η πρεμιέρα της σύνθεσής του "Μουσική για δύο πιάνα και κρουστά" με τον ίδιο και τη σύζυγό του στα δύο πιάνα. Η εμφάνιση επαναλήφθηκε στα τέλη του ίδιου μήνα με άλλα έργα για δύο πιάνα.

Τον ίδιο μήνα το Πανεπιστήμιο Κολούμπια του απονέμει τον τίτλο του Διδάκτορα της Μουσικής και του αναθέτει τη μεταγραφή της πολύ μεγάλης συλλογής ηχογραφήσεων λαϊκών ασμάτων της Γιουγκοσλαβίας "Millman - Parry". Παράλληλα με τη σύζυγό του μετέφρασαν αρκετά βιβλία της βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου από τα Ουγγρικά. Παρά το γεγονός ότι είχε πολλούς φανατικούς υποστηρικτές, ήταν πολύ υπερήφανος για να δέχεται δωρεές και ζούσε, σχετικά άνετα, με τις αμοιβές της εργασίας του. Ωστόσο, η υγεία του, που πάντα ήταν επισφαλής, άρχισε να επιδεινώνεται ήδη από το 1940, οπότε ο δεξιός του ώμος εμφάνισε ακαμψία. Οι δαπάνες που απαιτήθηκαν για την ιατρική του φροντίδα τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του καλύφθηκαν από την ερευνητική κοινότητα του Κολούμπια και αυτή ήταν η μόνη δωρεά που δέχτηκε. Το 1942 τα συμπτώματα έγιναν περισσότερο έντονα και άρχισε να έχει κρίσεις πυρετού, χωρίς ωστόσο να διαγνωσθεί καμία συγκεκριμένη ασθένεια. Η διάγνωση έγινε το 1944 και έδειξε λευχαιμία, η οποία όμως είχε προχωρήσει τόσο ώστε δεν επιδεχόταν καμία ιατρική θεραπευτική παρέμβαση. Παρά την σωματική του κατάπτωση, συνέχισε να συνθέτει χάρη στις παροτρύνσεις του βιολονίστα Γιόζεφ Ζιγκέτι (Joseph Szigeti) και του προσωπικού φίλου μαέστρου Φριτς Ράινερ (Fritz Reiner). Εκείνη την περίοδο συνέθεσε το "Κουαρτέτο εγχόρδων αρ. 6" και, ύστερα από παραγγελία της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστώνης, το "Κοντσέρτο για ορχήστρα", το οποίο έγινε δημοφιλέστατο, αν και ο ίδιος δεν έζησε για να το δει. Το 1944 ο Γεχούντι Μενουχίν του παράγγειλε μια "Σονάτα για σόλο βιολί" και το 1945 ο Μπάρτοκ συνέθεσε το "Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 3". Ξεκίνησε να συνθέτει ένα Κοντσέρτο για βιόλα, αλλά απεβίωσε πριν το ολοκληρώσει: Απεβίωσε στις 26 Σεπτεμβρίου 1945 σε ηλικία 64 ετών σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης και η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στο Universal Chapel της λεωφόρου Λέξινγκτον την επομένη.
Πριν από ένα χρόνο τιμήθηκε στη χώρα του αλλά και αλλού στον κόσμο η μνήμη του Μπέλα Μπάρτοκ. H ευκαιρία είναι καλή για να θυμηθεί κανείς ή για να γνωρίσει κάπως τον παράξενο αυτόν άνθρωπο, που ένας αυστηρός ομότεχνος, ο Μπουλέζ, τον κατατάσσει ανάμεσα στους πέντε μεγαλύτερους συνθέτες του 20ού αιώνα. Ο ίδιος μοιάζει να ξέρει την αξία του, αλλά σε όλη του τη ζωή φαίνεται να έχει δύσκολες σχέσεις με την επιτυχία ή σωστότερα με την επιτυχία στο ευρύ κοινό. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του δέχεται συχνές επιθέσεις για τις συνθετικές επιλογές του και ήδη από το 1937 η μετάδοση των έργων του από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς της Γερμανίας και της Ιταλίας απαγορεύεται. Το 1940 εγκαταλείπει την Ουγγαρία, την «πηγή της έμπνευσης», και αυτοεξορίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του - πεθαίνει το 1945 - κυλούν μέσα στη δυστυχία καθώς, άρρωστος, ζει στα όρια της φτώχειας. Είναι χαρακτηριστικό όμως το γεγονός ότι αρνήθηκε 12.000 δολάρια που του προσέφερε μια πλούσια Αμερικανίδα για να της διδάξει σύνθεση, για τον αφοπλιστικό λόγο ότι, κατά τη γνώμη του, «η σύνθεση δεν διδάσκεται». Γράφει σε μια παλιά μαθήτρια: «H κατάστασή μας χειροτερεύει μέρα με τη μέρα. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι ποτέ, από τότε που κερδίζω τη ζωή μου, δεν βρέθηκα σε τόσο απαίσια κατάσταση σαν αυτή στην οποία θα βρεθώ πολύ σύντομα». Την ίδια περίοδο, το 1942, γράφει σε έναν φίλο του: «H σταδιοδρομία μου ως συνθέτη έχει στην ουσία τελειώσει. Το σχεδόν ολοκληρωτικό μποϊκοτάζ των έργων μου από τις μεγάλες ορχήστρες συνεχίζεται. Ούτε τα παλιά μου έργα παίζονται ούτε τα καινούργια. Είναι ντροπή - βεβαίως όχι για μένα».
H εκτίμηση αυτή του συνθέτη δεν είναι απολύτως ακριβής, γιατί την επόμενη χρονιά θα ολοκληρώσει το περίφημο Κοντσέρτο για ορχήστρα. Εκτός αυτού, το 1942 θα πάρει μέρος ο ίδιος ως ερμηνευτής, μαζί με τη γυναίκα του Ντίτα, επίσης πιανίστρια, στην εκτέλεση του έργου του Κοντσέρτο για δύο πιάνα και ορχήστρα, υπό τη διεύθυνση του μεγάλου αρχιμουσικού Φριτς Ράινερ. H εκτέλεση θα μείνει ιστορική, όχι μόνο γιατί είναι η τελευταία στην οποία ο Μπέλα Μπάρτοκ εμφανίστηκε ως ερμηνευτής αλλά και για ένα άλλο αξιοσημείωτο συμβάν: ξαφνικά, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης, ο συνθέτης, αντί να ακολουθήσει την παρτιτούρα, άρχισε να αυτοσχεδιάζει, προς μεγάλη κατάπληξη της γυναίκας του, του διευθυντή και της ορχήστρας. Υστερα από λίγο επέστρεψε στο κείμενο και η εκτέλεση συνεχίστηκε κανονικά. Αργότερα ο ίδιος εξηγήθηκε λέγοντας ότι όλα οφείλονταν στη λάθος νότα ενός μουσικού. H νότα αυτή, είπε, μου έδωσε μια ιδέα την οποία ήμουν αναγκασμένος να ακολουθήσω ως το τέλος. Δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο. Λίγα χρόνια πριν, σε μια συναυλία στο Λονδίνο, όπου πάλι βρισκόταν ο ίδιος στο πιάνο, αυτοσχεδίασε ένα σόλο γιατί, όπως εξήγησε, «είχε απότομα τη βαθιά αίσθηση ενός απειλητικού χάους και ένιωσε την αναγκαιότητα να παίξει, γιατί αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος εκείνη τη στιγμή να κρατηθεί στον κόσμο».

H συμπεριφορά αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί εκκεντρική. Δεν νομίζω όμως ότι στην περίπτωση του Μπέλα Μπάρτοκ ισχύει κάτι τέτοιο. Πρόκειται μάλλον για ένα καίριο γνώρισμα της ιδιοσυγκρασίας του που ο ίδιος γνωρίζει από τη νεαρή του ηλικία και προσπαθεί να το περιγράψει στη φίλη του βιολονίστρια Ιρμι Γιούρκοβιτς στην επιστολή που της στέλνει από το Παρίσι στις 15 Αυγούστου 1905. «Ο καθένας πρέπει να προσπαθήσει να στέκεται πάνω από όλα τα πράγματα. Τίποτα δεν πρέπει να τον αγγίζει. Πρέπει να είναι τελείως ανεξάρτητος, τελείως αδιάφορος. Μόνον έτσι μπορούμε να συμφιλιωθούμε με τον κατακερματισμό και τη ματαιότητα της ζωής. Εχω δίκιο ή όχι; (...) Ενα παιδί είναι δυστυχισμένο όταν του πάρεις το μήλο του. Τέτοια ασήμαντα πράγματα δεν αγγίζουν τον ενήλικα, που βρίσκεται σε υψηλότερο βαθμό. H δυστυχία όμως που τούτος 'δώ νιώθει όταν ο εγωισμός του δεν ικανοποιείται τόσο όσο το εύχεται ο ίδιος δεν είναι αιχμηρή και δεν διαρκεί;».

Προφανώς η μουσική του Μπέλα Μπάρτοκ δεν εξαντλείται σε συμπεράσματα που προκύπτουν από πληροφορίες όπως οι προηγούμενες. Είναι όμως απολύτως βέβαιο ότι βρίσκεται σε πλήρη απόκλιση από αυτές; Στις 3 Φεβρουαρίου 1909 ο συνθέτης γράφει στην πρώτη του γυναίκα και στην αδελφή της: «Οποιος ζωγραφίζει ένα τοπίο μόνο και μόνο για να ζωγραφίσει ένα τοπίο, όποιος γράφει μια συμφωνία μόνο και μόνο για να γράψει μια συμφωνία, στην καλύτερη περίπτωση είναι καλός τεχνίτης. Δεν μπορώ να φανταστώ την καλλιτεχνική παραγωγή παρά μόνο υπό τον όρο ότι εκφράζονται σε αυτήν χωρίς όρια ο ενθουσιασμός, η απελπισία, ο πόνος, ο θυμός, η εκδίκηση, η ειρωνική πρόκληση, ο σαρκασμός του δημιουργού. Δεν το πίστευα ως την ημέρα που έμαθα ο ίδιος ότι τα έργα ενός ανθρώπου μεταδίδουν ακριβέστερα από τις βιογραφίες τα σημαντικά γεγονότα και τα πάθη που καθορίζουν τη ζωή του».


πηγή: κ. Γεράσιμος Βώκος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.


Johannes Brahms




Γεννήθηκε στο Αμβούργο το 1833 και πέθανε στη Βιέννη το 1897. Ήταν γιος κοντραμπασίστα.
Σε σύγκριση με πολλούς άλλους συνθέτες. ο Μπράμς ξεκίνησε μάλλον αργά ή τουλάχιστον εξελίχτηκε αργά. Όταν ήταν νέος είχε αναδειχτεί και ως δεξιοτέχνης πιανίστας. Παρόλο που είχε δημιουργήσει κάποιες συνθέσεις και ενορχηστρώσεις στην εφηβεία του, έπρεπε να έρθει το 1853 όπου περιόδευε με τον Ούγγρο βιολονίστα Ρέμενι, για να ξεκινήσει να συνθέτει σοβαρότερα. Κατά την διάρκεια της περιοδείας γνώρισε τον Λίστ και τον διευθυντή ορχήστρας και βιολονίστα Γιόζεφ Γιόακιμ, ο οποίος του πρότεινε να συστηθεί στον Σούμαν, μία συνάντηση η οποία είχε σημαντικό αντίκτυπο στη ζωή του. Ο Σούμαν αναγνώρισε αμέσως το ταλέντο του και τον ενθάρρυνε να ακολουθήσει καριέρα στην σύνθεση.
Δυστυχώς κατέληξε να διδάσκει και να διευθύνει μικρά σύνολα.  Το 1859 όταν έδωσε το πρώτο του κονσέρτο για πιάνο τον ανακάλυψε το κοινό. Για μικρό διάστημα διετέλεσε διευθυντής της Singakatemie στην Βιέννη. Από το 1864 και μετά αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στην σύνθεση, εστιάζοντας κυρίως την προσοχή του στο Γερμανικό Ρέκβιεμ όπου επισφράγισε και την φήμη του.
Μετά τα πενήντα του αποφάσισε να αποσυρθεί, γράφοντας μικρής κλίμακας κομμάτια δηλαδή μικρά πολύτιμα διαμάντια μέχρι και λίγο πριν τον θάνατό του.
Η μουσική του διέθετε υψηλή ποιότητα και συναισθηματικό βάθος.
Έγραψε 4 συμφωνίες, 2 ουβερτούρες, παραλλαγές πάνω σε θέμα του Χαϋντν, 2 σερενάτες, χορούς, 2 κονσέρτα για πιάνο και ορχήστρα, βαλς, ιντερμέτζι, ραψωδίες, έργα μουσικής δωματίου, 1 ρέκβιεμ κτλ.

HUNGARIAN DANCE No5
LULLABY
REQUIEM

πηγές: τα μυστικά της μουσικής, ιστορία της μουσικής Karl Nef